οινάνθη

οινάνθη
Μητέρα της αυλητρίδας και εταίρας Αγαθόκλειας από τη Σάμο. Η Ο. είχε συστήσει την κόρη της στον βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίο Δ’ τον Φιλοπάτορα. Ο Πτολεμαίος είχε αγαπήσει παράφορα την όμορφη Αγαθόκλεια και έπεσε θύμα των απαιτήσεων της, καθώς και της φιλοχρήματης μητέρας της και του φιλόδοξου αδελφού της. Τελικά όμως ο λαός εξεγέρθηκε από τα σκάνδαλα αυτά και η Ο. και ο γιος της βρήκαν οικτρό θάνατο.
* * *
η (ΑΜ οἰνάνθη, δωρ. τ. οἰνάνθα)
νεοελλ.
1. βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια σκιαδοφόρα, με 30 περίπου είδη, συνήθως υδροχαρή, ορισμένα από τα οποία είναι δηλητηριώδη, όπως το είδος κροκώδης, που περιέχει στη ρίζα του την τοξική ουσία οινανθοτοξίνη
2. ζωολ. γένος πτηνών
(μσν-αρχ.)
1. το άνθος τού σταφυλιού
2. πρώτος βλαστός τής αμπέλου
3. (κατά το λεξ. Σούδα) «ἡ πρώτη ἔκφυσις τῆς ἀμπέλου»
4. (κατά τον Αμμών.) «ἡ πρώτη τῶν βοτρύων ἐξάνθησις»
5. το άνθος τής άγριας αμπέλου από το οποίο παρασκευζόταν ευώδες έλαιο, το οινάνθινον
αρχ.
1. ο οίνος που παρασκευαζόταν από την άγρια άμπελο
2. (ποιητ.) η άμπελος
3. φυτό όμοιο με την άμπελο
4. αποδημητικό πτηνό, ίσως η οινάς*
5. είδος κολλυρίου
6. ονομασία φαρμακευτικής αλοιφής
7. μτφ. στον πληθ. αἱ οἰνάνθαι
οι πρώτες λεπτότατες τρίχες στο γένι τών εφήβων, επειδή μοιάζουν με τις πρώτες λεπτές και τριχοειδείς εκφύσεις τής αμπέλου, ο ίουλος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἴνη «άμπελος» + ἄνθη «άνθηση» (< ἄνθος), πρβλ. αμπελ-άνθη. Η λ. με τις νεοελλ. της σημασίες είναι αντιδάνεια, πρβλ. αγγλ. oenanthe].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Οἰνάνθη — inflorescence of the grape vine fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰνάνθη — inflorescence of the grape vine fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Οἰνάνθῃ — Οἰνάνθη inflorescence of the grape vine fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰνάνθῃ — οἰνάνθη inflorescence of the grape vine fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰνάνθαι — οἰνάνθη inflorescence of the grape vine fem nom/voc pl οἰνάνθᾱͅ , οἰνάνθη inflorescence of the grape vine fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Οἰνάνθαις — Οἰνάνθη inflorescence of the grape vine fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰνάνθαις — οἰνάνθη inflorescence of the grape vine fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Οἰνάνθην — Οἰνάνθη inflorescence of the grape vine fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰνάνθην — οἰνάνθη inflorescence of the grape vine fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Οἰνάνθης — Οἰνάνθη inflorescence of the grape vine fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”